- Σεβαστείον
- και Σεβάστιον, τὸ, Α [σεβαστός]1. ναός τού αυτοκράτορα, τού Σεβαστού2. στον πληθ. τὰ Σεβαστεῑααγώνες προς τιμήν τού αυτοκράτορα, αλλ. Σεβάσμια ή Σεβαστά.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Σεβαστεῖον — temple of neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σεβαστεῖα — Σεβαστεῖον temple of neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σεβαστείῳ — Σεβαστεῖον temple of neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μεσσήνη — I Μυθολογικό πρόσωπο. Κατά μία εκδοχή ήταν κόρη του μυθικού βασιλιά του Άργους, Τριόπα, γιου του Φόρβα, ενώ σύμφωνα με κάποια άλλη ήταν κόρη του Φόρβα και της Εύβοιας και αδελφή του Τριόπα. Παντρεύτηκε τον Πολυκάονα, δευτερότοκο γιο του βασιλιά… … Dictionary of Greek
σεβάστειος — ὁ, Α [σεβαστός] φρ. «σεβάστειος ναός» το Σεβαστεῑον* … Dictionary of Greek